Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstatìsta
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [staˈtista] 1 πολιτική προσωπικότητα 2 πολιτικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |