Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspostàto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [sposˈtato] πρόσωπο αταίριαστο σε περιβάλλον spostàto επίθετο Προσφορά I.P.A.: [sposˈtato] 1 αταίριαστος 2 εκτός θέσης 3 έκτοπος 4 μετακινηθείς 5 εκτοπισθείς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |