Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspontaneaménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [spontaneaˈmente] 1 αυτοφυώς 2 αυτόματα 3 φυσικά 4 χωρίς προσποίηση 5 αυθορμήτως 6 αυθόρμητα 7 αυτοβούλως 8 αυτενεργώς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |