Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspirìtico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [spiˈritiko] πνευματιστικός permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαseduta [θηλ.] spiritica = η πνευμαστική συγκέντρωση Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |