ItalianoGreco


sparùto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [spaˈruto]

1 λεπτοκαμωμένος
2 πενιχρός
3 κάτισχνος
4 ελάχιστος
5 γλίσχρος
6 ανεπαρκής
7 λεπτός
8 άσαρκος
9 άπαχος
10 αδύνατος
11 λιγνός
12 ισχνός
13 αχαμνός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---