ItalianoGreco


spassàrsela  
ρήμα που κλίνεται με αντωνυμία ή επιρρηματικό μόριο

Προσφορά I.P.A.: [spasˈsarsela]

διασκεδάζω, το ρίχνο έξω, τη βρίσκω


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


spassarsela = τη βρίσκω, το ρίχνω έξω



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---