Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscoronàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [skoroˈnare] 1 εκθρονίζω 2 αφαιρώ το σφράγισμα δοντιού 3 φτιάχνω σε σχήμα κορόνας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |