Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsconvenevolézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [skonvenevoˈlettsa] 1 χυδαιότητα 2 κακoγουστιά 3 ακαλαισθησία 4 αφιλοκαλία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |