Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsconcèrto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [skonˈʧɛrto] 1 κλονισμός τροχιάς 2 σύγχυση 3 αναστάτωση 4 διαταραχή 5 τάραγμα 6 διασάλευση 7 διατάραξη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |