Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscólo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈskolo] 1 στράγγισμα 2 αποστράγγιση 3 αποστράγγισμα 4 γονόρροια 5 βλεννόρροια 6 νερό αποστράγγισης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |