Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscàrpa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈskarpa] το παπούτσι permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαnumero [αρσ.] di scarpe = το νούμερο παπουτσιών Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |