Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsbirciàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [zbirˈʧata] 1 ανάβλεμμα 2 βλέμμα 3 θώρι 4 ματιά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |