Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sbarbàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [zbarˈbare]

1 πλανίζω
2 ξεριζώνω
3 ξεχορταριάζω
4 ξεβοτανίζω
5 ξυρίζω

sbarbarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [zbarˈbarsi]

ξυρίζομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sbarazzino sbarbatello  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

sbarazzare (ρ. μτβ.)
sbarazzarsi (ρ.μ. (αντων.))
sbarazzina (θηλ.ουσ)
sbarazzino (ουσ αρσ )
sbarazzino (επίθ.)
sbarbare (ρ. μτβ.)
sbarbarsi (ρ.μ. (αντων.))
sbarbatello (ουσ αρσ )
sbarbato (επίθ.)
sbarbatrice (θηλ.ουσ)
sbarbatura (θηλ.ουσ)
sbarbettatura (θηλ.ουσ)
sbarbicare (ρ. μτβ.)
sbarcare (ρ.αμτβ.)
sbarcare (ρ. μτβ.)
sbarcatoio (ουσ αρσ )
sbarco (ουσ αρσ )
sbardare (ρ. μτβ.)
sbarello (ουσ αρσ )
sbarra (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---