Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsbarcàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [zbarˈkare] αποβιβάζω sbarcàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [zbarˈkare] 1 (persone) αποβιβάζω 2 (cose) ξεφορτώνω permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαsbarcare il lunario = τα φέρνω βόλτα, τα βγάζω πέρα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |