Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


rovinàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [roviˈnare]

καταστρέφω

rovinarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [roviˈnarsi]

1 ξεθεμελιώνομαι
2 καταστρέφομαι
3 εξοντώνομαι
4 αφανίζομαι
5 εκμηδενίζομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  rovina rovinato  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

rovescione (ουσ αρσ )
rovescione (επίρ.)
rovescioni (επίρ.)
roveto (ουσ αρσ )
rovina (θηλ.ουσ)
rovinare (ρ. μτβ.)
rovinarsi (ρ.μ. (αντων.))
rovinato (επίθ.)
roving (ουσ αρσ )
rovinio (ουσ αρσ )
rovinosamente (επίρ.)
rovinoso (επίθ.)
rovistare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
rovistio (ουσ αρσ )
rovo (ουσ αρσ )
rozza (θηλ.ουσ)
rozzamente (επίρ.)
rozzezza (θηλ.ουσ)
rozzo (επίθ.)
rozzume (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---