Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrovinàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [roviˈnato] 1 αφανισμένος 2 συντριμμένος 3 σύξυλος 4 εξουδετερωμένος 5 ρημαγμένος 6 καταστραμμένος 7 καραβοτσακισμένος 8 ξεπεσμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |