Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrimutàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [rimuˈtare] 1 μεταπείθω κάποιον 2 αλλάζω ξανά rimutarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [rimuˈtarsi] μεταβάλλω γνώμη ξανά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |