ItalianoGreco


rinàscere  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [riˈnaʃʃere]

1 αναθάλλω
2 συνέρχομαι
3 ξαναζώ
4 αναλάμπω
5 ξανανιώνω
6 ξαναζωντανεύω
7 ανανεώνομαι
8 επιστρέφω στη ζωή
9 αναγεννώμαι
10 ξαναγεννιέμαι
11 αναβιώνω
12 αναπτερώνομαι
13 ξαναγεννιούμαι
14 αναζωογονούμαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---