Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


rimarginàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [rimarʤiˈnare]

1 επανορθώνομαι
2 αποθεραπεύομαι
3 γιατρεύομαι
4 θεραπεύομαι
5 ιαίνομαι
6 επουλώνομαι
7 αποκαθίσταμαι

rimarginàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [rimarʤiˈnare]

1 γιατρεύω
2 θεραπεύω
3 ιαίνω
4 αποκαθιστώ
5 επουλώνω
6 επανορθώνω
7 εξυγιαίνω
8 αποθεραπεύω

rimarginarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [rimarʤiˈnarsi]

(ferita) επουλώνομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  rimare rimario  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

rimarcabile (επίθ.)
rimarcare (ρ. μτβ.)
rimarchevole (επίθ.)
rimarco (ουσ αρσ )
rimare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
rimarginare (ρ.αμτβ.)
rimarginare (ρ. μτβ.)
rimarginarsi (ρ.μ. (αντων.))
rimario (ουσ αρσ )
rimaritare (ρ. μτβ.)
rimaritarsi (ρ. μ. αμτβ.)
rimasticare (ρ. μτβ.)
rimasticaticcio (ουσ αρσ )
rimasticatura (θηλ.ουσ)
rimasuglio (ουσ αρσ )
rimato (επίθ.)
rimatore (ουσ αρσ )
rimbacuccare (ρ. μτβ.)
rimbacuccarsi (ρ.μ. (αντων.))
rimbaldanzire (ρ.αμτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---