Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrimbacuccàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rimbakukˈkare] 1 τυλίγω 2 περιτυλίγω rimbacuccarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [rimbakukˈkarsi] 1 σκεπάζομαι ζεστά 2 τυλίγομαι 3 κουκουλώνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |