ItalianoGreco


rigìro  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [riˈʤiro]

1 γύρος
2 τερτίπι
3 υπεκφυγή
4 περιστροφή
5 γύρισμα
6 ξεγλίστρημα
7 επιτήδεια αποφυγή
8 στροφή
9 πονηριά


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---