ItalianoGreco


rigàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [riˈgare]

1 σημαδεύω με γραμμές-εγκοπές
2 διαβαθμίζω
3 σχεδιάζω ρίγες
4 κόβω σπειροειδή αυλάκια (σε κάνη όπλου)
5 ραβδώνω
6 διαγραμμίζω
7 χαρακώνω
8 αυλακίζω
9 γραμμογραφώ
10 αυλακώνω
11 ρυτιδώνω
12 αυλακιάζω
13 ριγώνω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---