restrìngere
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [resˈtrinʤere]
1 συμπτύσσω
2 συμμαζεύω
3 συμπιέζω
4 σφίγγω
5 περιορίζω με μέτρα λιτότητας
6 συντέμνω
7 χαλιναγωγώ
8 στενεύω
9 ελαττώνω
10 ελαχιστοποιώ
11 περιορίζω
12 περιστέλλω
13 περικόβω
14 περιμαζεύω
15 λιγοστεύω
16 μαζεύω
restrìngersi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [resˈtrinʤersi]
περιορίζω
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [resˈtrinʤere]
1 συμπτύσσω
2 συμμαζεύω
3 συμπιέζω
4 σφίγγω
5 περιορίζω με μέτρα λιτότητας
6 συντέμνω
7 χαλιναγωγώ
8 στενεύω
9 ελαττώνω
10 ελαχιστοποιώ
11 περιορίζω
12 περιστέλλω
13 περικόβω
14 περιμαζεύω
15 λιγοστεύω
16 μαζεύω
restrìngersi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [resˈtrinʤersi]
περιορίζω
permalink
restringere (ρ. μτβ.)
restringersi (ρ. μ. αμτβ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android