ItalianoGreco


relìtto  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [reˈlitto]

1 συντρίμμια (πλοίου)
2 σαραβάλιασμα
3 ναυάγιο
4 ράκος ανθρώπινο
5 έκβρασμα
6 απώλεια πλοίου
7 ναυαγισμένο πλοίο


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---