Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόreliquiàrio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [reliˈkwjarjo] 1 ιεροφυλάκιο 2 λειψανοθήκη 3 νεκροθήκη 4 λάρνακα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |