Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόreinseriménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [reinseriˈmento] 1 επανένταξη 2 ανατοποθέτηση 3 αποκατάσταση 4 παλινόρθωση 5 εισαγωγή εκ νέου 6 επαναφορά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |