Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόramóso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [raˈmoso], [raˈmozo] 1 πολύκλωνος 2 γεμάτος κλαδιά 3 πολύκλαδος 4 κλαδωτός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |