Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrampógna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ramˈpoɲɲa] 1 επίπληξη 2 επιτίμηση 3 μάλωμα άγριο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |