Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprosternazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [prosternatˈtsjone] 1 προσκύνημα 2 κατάπτωση 3 πέσιμο μπρούμυτα 4 ξεπεσμός 5 τέλεια σωματική εξάντληση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |