Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprolissità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [prolissiˈta] 1 απεραντολογία 2 πολυλογία 3 σχοινοτενής αφήγηση 4 λογοδιάρροια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |