Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpretèrito
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [preˈtɛrito] 1 πισινός 2 κώλος 3 αόριστος χρόνος 4 παρελθόν 5 οπίσθια 6 κωλομέρια pretèrito επίθετο Προσφορά I.P.A.: [preˈtɛrito] 1 παρελθών 2 αόριστος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |