Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpiàggia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈpjadʤa] 1 πλαγιά 2 πρανές 3 όχθη (λογοτεχνία) 4 κλίση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |