Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpiacevolézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [pjaʧevoˈlettsa] 1 χάρη 2 απολαυστικότητα 3 γλυκύτητα 4 αβρότητα 5 ευφροσύνη 6 τερπνότητα 7 αγαλλίαση 8 ευχαρίστηση 9 νοστιμάδα 10 ευθυμία 11 αστείο 12 κέφι 13 καλαμπούρι 14 ομορφιά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |