Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpervietà
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [pervjeˈta] η κατάσταση του να είναι κάτι μη εμποδιζόμενο και ελεύθερο (στην Ιατρική) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |