Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpervicàcia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [perviˈkaʧa] 1 ινάτι 2 επιμονή 3 αδιαλλαξία 4 πείσμα 5 χοντροκεφαλιά 6 γινάτι 7 πεισμονή 8 κόνξα 9 πεισματοσύνη 10 ξεροκεφαλιά 11 ισχυρογνωμοσύνη 12 πίκα 13 καπρίτσιο 14 πεισμάτωμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |