Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόperversità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [perversiˈta] 1 προστυχιά 2 ανομία 3 έκλυση 4 εξαχρείωση 5 διαστροφή 6 διαφθορά 7 ανοσιότητα 8 κακοήθεια 9 πράξη διαστροφής 10 πώρωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |