Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpennaiòlo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [pennaˈjɔlo] 1 παρακατιανός συγγραφέας 2 άσημος και άσχετος συγγραφέας 3 μεροκαματιάρης συγγραφέας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |