Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpedigree
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [pediˈgri] 1 καταγωγή ζώου 2 πιστοποιητικό καταγωγής ζώου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |