Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpastràno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [pasˈtrano] 1 πανωφόρι 2 επανωφόρι 3 παλτό 4 επανωφόρι βαρύ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |