Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpassìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [pasˈsino] 1 τρυπητό 2 φίλτρο 3 στραγγιστήρι 4 ηθμός 5 σουρωτήρι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |