Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόparlànte
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [parˈlante] 1 ομιλητής 2 ρήτορας 3 αγορητής parlànte επίθετο Προσφορά I.P.A.: [parˈlante] 1 ξεκάθαρος 2 εκφραστικός 3 πρόδηλος 4 προφανής 5 εύγλωττος 6 ομιλών 7 πιστός 8 σαν αληθινός 9 καταφανής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |