Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόparlatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [parlaˈtore] 1 αγορητής 2 ομιλητής 3 ρήτορας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |