ItalianoGreco


ordinatóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ordinaˈtore]

1 οργανωτής
2 ρυθμιστής
3 ηλεκτρονικός υπολογιστής
4 κομπιούτερ
5 εντολέας

ordinatóre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ordinaˈtore]

1 συντονιστικός
2 οργανωτικός
3 ρυθμιστικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---