Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


mulinàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [muliˈnare]

1 κινούμαι περιστροφικά
2 ονειροπολώ
3 φαντασιοκοπώ
4 περιδινούμαι
5 γυρίζω σα σβούρα
6 στροβιλίζομαι
7 αεροβατώ
8 νεφελοβατώ
9 αρμενίζω
10 ουρανοβατώ
11 ρομαντζάρω
12 ρεμβάζω

mulinàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [muliˈnare]

1 περιστρέφω
2 συνωμοτώ
3 περιδινώ
4 στριφογυρίζω
5 στροβιλίζω

mulinarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [muliˈnarsi]

Στροβιλίζομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  muliebre mulinello  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

mulattiere (ουσ αρσ )
mulatto (αρσ. επίθ και ουσ)
mulesco (επίθ.)
muleta (θηλ.ουσ)
muliebre (επίθ.)
mulinare (ρ.αμτβ.)
mulinare (ρ. μτβ.)
mulinarsi (ρ.μ. (αντων.))
mulinello (ουσ αρσ )
mulino (ουσ αρσ )
mullah (ουσ αρσ )
mulo (ουσ αρσ )
multa (θηλ.ουσ)
multare (ρ. μτβ.)
multicellulare (επίθ.)
multicolore (επίθ.)
multietnico (επίθ.)
multifido (επίθ.)
multifloro (επίθ.)
multiforme (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---