Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


multicolóre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [,multikoˈlore]

1 ποικίλος
2 ποικιλόχρωμος
3 παρδαλός
4 πολύχρωμος
5 διαποίκιλτος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  multicellulare multietnico  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

mullah (ουσ αρσ )
mulo (ουσ αρσ )
multa (θηλ.ουσ)
multare (ρ. μτβ.)
multicellulare (επίθ.)
multicolore (επίθ.)
multietnico (επίθ.)
multifido (επίθ.)
multifloro (επίθ.)
multiforme (επίθ.)
multigrado (αρσ. επίθ και ουσ)
multilaterale (επίθ.)
multilingue (επίθ.)
multiloquenza (θηλ.ουσ)
multiloquio (ουσ αρσ )
multimilionario (ουσ αρσ )
multimilionario (επίθ.)
multinazionale (θηλ.ουσ)
multinazionale (επίθ.)
multipara (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---