Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmostruosità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [mostruosiˈta] 1 τερατωδία 2 τερατουργία 3 τερατούργημα 4 ανοσιούργημα 5 αίσχος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |