Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


mostràre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [mosˈtrare]

1 διαφαίνομαι
2 κάνω επίδειξη ή θέαμα
3 εμφανίζομαι σαν κάποιος άλλος
4 προσποιούμαι

mostràre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [mosˈtrare]

δείχνω

mostrarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [mosˈtrarsi]

1 επιδεικνύομαι
2 φανερώνομαι
3 αποδεικνύομαι
4 εμφανίζομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  mostrabile mostravento  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

mostardiera (θηλ.ουσ)
mosto (ουσ αρσ )
mostoso (επίθ.)
mostra (θηλ.ουσ)
mostrabile (επίθ.)
mostrare (ρ.αμτβ.)
mostrare (ρ. μτβ.)
mostrarsi (ρ.μ. (αντων.))
mostravento (ουσ αρσ )
mostrina (θηλ.ουσ)
mostro (ουσ αρσ )
mostruosamente (επίρ.)
mostruosità (θηλ.ουσ)
mostruoso (επίθ.)
mota (θηλ.ουσ)
motel (ουσ αρσ )
motilità (θηλ.ουσ)
motivare (ρ. μτβ.)
motivazionale (επίθ.)
motivazione (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---