ItalianoGreco


marmàglia  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [marˈmaʎʎa]

1 ασκέρι
2 πλεμπάγια
3 σκυλολόι
4 αγέλη
5 συρφετός
6 στίφος
7 κατώτατη τάξη λαού
8 μάζα
9 πλέμπα
10 όχλος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---