Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmanìsmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [maˈnizmo] 1 καυχησιά για την δόξα των προγόνων 2 προγονοπληξία 3 προγονολατρεία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |