Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόluogotenènza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [lwogoteˈnɛntsa] 1 βαθμός υπολοχαγού ή υποπλοιάρχου ή υποσμηναγού 2 αποστολή 3 αντιπροσωπεία 4 επιτροπή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |